PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
αεριόφως га́зовое освеще́ние
αεριοχρωματογραφία
αερισμός
вентиляция
  1. проветривание
  2. вентиля́ция
  3. прове́тривание
  4. воздухообме́н
  5. проветривания
  6. аэрация
  7. выяснение
  8. газирование
  9. сатурация
  10. вентилирование
αερισμός άνεσης
αερισμός/εξαερισμός
аэрация
  1. проветривание
  2. газирование
  3. сатурация
  4. вентилирование
  5. проветривания
αερισμοσ - εξαερισμοσ
αεριστήρας вентилятор
αεριστής
αεριτζής спекулянт
αεριώδες στρώμα
αεριώδης
газообра́зный
  1. га́зовый
  2. пневматический
  3. газообразный
αεριώθηση
αεριωθούμενη μηχανή
αεριωθούμενο
αεριωθούμενο αεροπλάνο
αεριωθούμενος реакти́вный
αερο-
αεροβαλβίδα
αεροβατώ
αερόβι
αερόβια επεξεργασία
αερόβιες διεργασίες
αεροβική
αεροβικός
αεροβιολογία аэробиология
αερόβιος
аэро́бный
  1. аэробный
αερόβιος οργανισμός
αεροβίωση
αεροβόλο
пневмати́ческое ружьё
  1. духово́е ружьё
  2. духовое ружьё
αερόβολο τουφέκι
αερόγαμος
αερογενής
αερογέφυρα авиационный транспорт
αερογραμμή
αερογραφία
αερογράφο
αεροδιάδρομος
коридо́р
  1. коридор
αεροδιαστημική βιομηχανία
αεροδιαστημική ιατρική
αεροδίνη
αεροδός
Αεροδρόμιο
αεροδρόμιο
аэропорт
  1. аэродром
  2. аэровокзал
  3. аэродро́м
  4. аэровокза́л
  5. аэропо́рт
Αεροδρόμιο Έελντε του Γκρόνινγκεν
αεροδρόμιο μικρό
αεροδρόμιο στρατιωτικό
αεροδυναμική
аэродинамика
  1. аэродина́мика
  2. аэромеханика
αεροδυναμικός
аэродинами́ческий
  1. аэродинамический
αεροδυναμικός θόρυβος
αεροδυναμικό σχήμα обтекаемой формы
ελληνικά русский