PanLex

ελληνικά Vocabulary

132720 entries from 106 sources
10 additional sources obtained by PanLex and waiting to be analyzed,
containing at least 14037628 entries in this language.
στρογγύλεμα
στρογγυλεμένη γωνία
στρογγυλεμένο μέρος
στρογγυλεμένος
закруглённый
  1. кру́глый
στρογγυλεύω кругом
στρογγυλεύω τις άκρες
Στρογγυλή Μεγίστης
στρογγυλή πλατεία
Στρογγυλή Τράπεζα Круглый Стол
στρογγυλοκέφαλη πινέζα канцелярская кнопка с шариком
στρογγυλό κεφάλι
στρογγυλό κουμπί кнопка
στρογγυλόμακρος
στρογγυλόμορφος
στρογγυλοποίηση округление
στρογγυλοποιώ
στρογγυλό ποσό
στρογγυλος
στρογγυλός
круглый
  1. окру́глый
  2. кру́глый
στρογγυλόσχημη γραφή унциал
στρογγυλό ταψί
στρογγυλότης
στρογγυλότητα
στρογγυλώς
στρογγύλωση
закругления
  1. округление
  2. закругление
  3. огибание
Στρόντιο
στροντιο стронций
στρόντιο
стронций
  1. стро́нций
στρούγκα заго́н
στρουθίο
στρουθιόμορφο πτηνό
στρουθοκάμηλος
страус
  1. стра́ус
στρουκτούρα
στρουκτουραλισμός структурализм
στρουκτουραλιστικός
στρουμπουλός
στρουμφ
смурф
  1. смёрф
  2. штрумф
  3. штрумпф
Στρουμφάκι
στρουμφάκι
στρουμφίζω
Στρουμφίτα
στρούντελ με μήλα
Στρούσιον Ηλείας
Στροφάδες
στροφαλοθάλαμος
στρόφαλος кривоши́п
στρόφαλος άξονας
στρόφαλος χειρόμυλου
στροφαλοφόρος
στροφαλοφόρος άξονας
коленва́л
  1. коле́нчатый вал
  2. коленчатый вал
ελληνικά русский